- οστινα
- ὄστιναὄστῐνατά костяные флейты Arph.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ὄστινα — ὄστινος bone pipes neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
όστινος — η, ο (Α ὄστινος, ίνη, ον) οστέϊνος αρχ. (το ουδ. πλήθ. ως ουσ.) τὰ ὄστινα αυλοί κατασκευασμένοι από οστό. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀστέον / ὀστοῦν + κατάλ. ινος*, με αφαίρεση τής κατάλ. έον] … Dictionary of Greek